του
James Corbett, 11η
Σεπτεμβρίου 2013
Στον
πόλεμο της θαλάσσης, ο
όρος 'ψεύτικη σημαία'
('False Flag Operation')
αναφέρεται σε μια επίθεση κατά
την οποία ένα σκάφος φέρει σημαία
διαφορετική από την πραγματική σημαία
της μάχης πρoτού εμπλακεί
με τον εχθρό τους. Πρόκειται
για ένα τέχνασμα σχεδιασμένο να εξαπατήσει
τον εχθρό για την πραγματική φύση και
την προέλευση μίας επιθέσεως.
Στο
πεδίο της Δημοκρατίας όπου οι
κυβερνήσεις χρειάζονται
ως προαπαιτούμενο ένα
τουλάχιστον εύλογο πρόσχημα προτού
οδηγήσουν το έθνος τους
στον πόλεμο, έχει προσαρμοστεί ως τακτική
ψυχολογικής μάχης προκειμένου
να εξαπατηθεί το
σύνολο κυβέρνησης-κυβερνωμένων
να πιστέψουν ότι ένα
εχθρικό έθνος τους έχει επιτεθεί. Στην
δεκαετία 1780, ο Γουσταύος Γ΄της Σουηδίας
αναζητούσε έναν τρόπο προκειμένου να
ενώσει ένα ολοένα και πιο διχασμένο
έθνος και να αυξήσει τις δικές του
πολιτικές εξουσίες. Αποφάσισε
ότι ένας πόλεμος με την
Ρωσία θα δημιουργούσε επαρκής
απόσπαση της προσοχής, αλλά δεν είχε
την πολιτική εξουσία για να
στείλει το έθνος στον πόλεμο μονομερώς,
οπότε απευθύνθηκε στον
επικεφαλής ράφτη της Σουηδικής Όπερας
για να ράψει μερικές
ρωσικές στρατιωτικές στολές. Κατόπιν
οι Σουηδοί στρατιώτες φόρεσαν τις στολές
και εστάλησαν να επιτεθούν στον φινλανδικό
μεθοριακό σταθμό της Σουηδίας κατά
μήκος των ρωσικών συνόρων. Οι πολίτες
της Στοκχόλμης, θεωρώντας ότι επρόκειτο
για πραγματική ρωσική επίθεση, εξοργίστηκαν
και ως αποτέλεσμα αυτού ξεκίνησε ο
σουηδο-ρωσικός πόλεμος του 1788-1790.
Το
1931 η Ιαπωνία αναζητούσε μία αφορμή για
να εισβάλλει στην Μαντζουρία. Στις 18
Σεπτεμβρίου του έτους, ο διοικητής του
Αυτοκρατορικού Στρατού της Ιαπωνίας
πυροδότησε μία μικρή ποσότητα TNT
κατά μήκος ενός ιαπωνικού
σιδηροδρόμου στην πόλη Mukden της Μαντζουρίας.
Για την ενέργεια αυτή κατηγορήθηκαν οι
Κινέζοι αντιφρονούντες και το περιστατικό
αξιοποιήθηκε ώστε να αποτελέσει
δικαιολογία για την κατάκτηση της
Μαντζουρίας ύστερα από διάστημα μόλις
έξι μηνών. Όταν μετέπειτα η πλεκτάνη
αποκαλύφθηκε, η Ιαπωνία απομονώθηκε
διπλωματικά και υποχρεώθηκε να τεθεί
εκτός Ηνωμένων Εθνών. Το 1939 ο Heinrich
Himmler, ιθύνων νους του Γ' Ράιχ, επινόησε
ένα σχέδιο προκειμένου να πείσει την
κοινή γνώμη ότι η Γερμανία ήταν θύμα
της πολωνικής επιθετικότητας με σκοπό
να δικαιολογήσει την επικείμενη εισβολή
στην Πολωνία. Η κορύφωση έλαβε χώρα με
την επίθεση εναντίον του
Σέντερ Γκλίβιτς, ένας
γερμανικός ραδιοφωνικός
σταθμός κοντά στα πολωνικά
σύνορα, από πολωνούς κρατούμενους που
ήταν ντυμένοι με πολωνικές στρατιωτικές
στολές, οι οποίοι πυροβολήθηκαν
και εγκαταλήφθηκαν στο
σταθμό. Κατόπιν αυτού του
συμβάντος, οι Γερμανοί αναμετέδωσαν
ένα αντι-γερμανικό μήνυμα στην πολωνική
γλώσσα από τον σταθμό, προσποιούμενοι
ότι αυτό προήρχετο από μία πολωνική
στρατιωτική μονάδα που επετέθησαν στον
σταθμό του Σέντερ Γκλίβιτς και τα πτώματα
τους παρουσίαστηκαν ως πειστήριο της
επιθέσεως. Ευθύς αμέσως ο Adolf
Hitler εισέβαλλε στην Πολωνία,
κάτι που αποτέλεσε εναρκτήρια πολεμική
πράξη του Β' Παγκοσμίου Πολέμου.
Το
1954 οι Ισραηλινοί στρατολόγησαν κάποιους
Εβραίους της Αιγύπτου προκειμένου να
φυτέψουν βόμβες σε αμερικανικούς και
βρετανικούς κινηματογράφους, βιβλιοθήκες
και σε άλλους πολιτικούς στόχους, ώστε
να ενοχοποιήσουν την Μουσουλμανική
Αδελφότητα ή άλλους επαναστάτες. Το
σχέδιο, γνωστό ως 'Lavon Affair', υπήρξε κομμάτι
ευρύτερου σχεδιασμού, ώστε να πεισθούν
οι Βρετανοί να διατηρήσουν τη στρατιωτική
τους παρουσία στην κατεχόμενη Διώρυγα
του Σουέζ. Πολλές βομβιστικές επιθέσεις
έλαβαν χώρα, ωστόσο οι Βρετανοί
εξαναγκάστηκαν σε αποχώρηση μονάχα
μετά την εθνικοποίηση της Διώρυγας από
τον Nasser το 1956. Το 1962 το σώμα των επικεφαλής
των συμβούλων του Υπουργείου Αμύνης
των Ηνωμένων Πολιτειών συνέταξε ένα
έγγραφο με την ονομασία 'Operation
Northwoods', ούτε λίγο ούτε
πολύ ζητώντας από την κυβέρνηση να
πραγματοποιήσει σειρά από ψεύτικες
επιθέσεις, όπως κατάρριψη στρατιωτικών
ή πολιτικών αεροσκαφών, καταστροφή
ενός αμερικανικού πλοίου, επιθέσεις
ελεύθερων σκοπευτών στην Ουάσιγκτον
και άλλες φρικαλεότητες για να κατηγορηθούν
οι Κουβανοί ως δικαιολογία για την
έναρξη μίας εισβολής. Ο Πρόεδρος ηρνήθη
να υπογράψει το σχέδιο και η συνέχεια
είναι γνωστή. Τον επόμενο χρόνο
δολοφονήθηκε στο Ντάλας.
Τον Αύγουστο
του 1964, τα μέλη του πληρώματος του
αμερικανικού αντιτορπιλικού που
περιπολούσε στον Κόλπο του Τονκίνο, το
USS Maddox, υπαινίχθηκαν ότι δέχθηκαν επίθεση
από παραπλέοντα αντιτορπιλικά του
Βόρειοβιετναμέζικου Ναυτικού, ενώ
υποχώρησαν και διέφυγαν εν μέσω ανταλλαγής
πυρών. Το περιστατικό
οδήγησε στο ψήφισμα του Κόλπου του
Τονκίνο που εξουσιοδότησε
τον Πρόεδρο Τζόνσον να ξεκινήσει ανοιχτό
πόλεμο στο Βιετνάμ. Παραδέχτηκε αργότερα
ότι δεν υπήρξε επίθεση και το 2005
αποκαλύφθηκε ότι η NSA είχε χειραγωγήσει
τις δοθείσες προς τα έξω
πληροφορίες τους για να παρουσιαστεί
ως επίθεση. Το 1967 οι
Ισραηλινοί επιτέθηκαν στο πολεμικό
πλοίο 'USS Liberty', ένα τεχνικό ερευνητικό
σκάφος των Ηνωμένων Πολιτειών, στα
ανοικτά των ακτών της Αιγύπτου. Το πλοίο
υποτίθεται ότι σφυροκοπήθηκε αδιάκοπα
για ώρες σε μία προφανής προσπάθεια να
κατηγορηθεί η Αίγυπτος για την επίθεση
και το περιστατικό να εμπλέξει τους
Αμερικανούς στον Πόλεμο των Έξι Ημερών,
παρόλο το πλήρωμά του κατάφερε να το
διατηρήσει αβύθιστο! Το 2007 η NSA
διέρευσε νέες πληροφορίες
που ήθελαν τους Ισραηλινούς να γνωρίζουν
εκ των προτέρων ότι επιτέθηκαν σε
αμερικανικό πλοίο κι όχι σε αιγυπτιακό,
όπως αφέθηκε να εννοηθεί σύμφωνα με το
σενάριο παραπλανήσεως.
Israel
attacking USS Liberty (USA Navy ship) on June 8, 1967
Στα
τέλη του 1999, ένα κύμα αιματηρών βομβιστικών
επιθέσεων συγκλόνισε την ρωσική
επικράτεια, καθώς σκοτώθηκαν 293 άνθρωποι
και προκλήθηκε απ' άκρου εις άκρον
πανικός.
The
Assassination of Russia-FSB false flag bombings of 1999
Παρόλο
που οι επιθέσεις αποδόθηκαν στους
Τσετσένους Αυτονομιστές που πολεμούσαν
με τους Ρώσους κατά τον Δεύτερο Πόλεμο
της Τσετσενίας, πράκτορες της FSB
συνελήφθησαν να τοποθετούν ίδιου
τύπου βόμβες όπως και στις άλλες εκρήξεις
αργότερα τον ίδιο μήνα. Η
κυβέρνηση ισχυρίστηκε ότι η βόμβα ήταν
κομμάτι μίας δοκιμής μέτρων ασφαλείας
και ο Vladimir Putin ανήλθε στην εξουσία ως ο
νέος Ρώσος Πρόεδρος στον απόηχο του
τρομοκρατικού κύματος αργότερα το ίδιο
έτος. Το 2001, οι επιθέσεις στην Νέα Υόρκη
και την Ουάσιγκτον αποδόθηκαν στην 'Al
Qaeda' ως
αντίποινα της δυτικής παρουσίας στο
Αφγανιστάν. Κατά τους μήνες που προηγήθηκαν
του χτυπήματος στους Δίδυμους Πύργους,
οι Αμερικανοί μεσολαβητές είχαν
προειδοποιήσει τους Ταλιμπάν του
Αφγανιστάν ότι ενδιαφέρονταν να
εξασφαλίσουν το δικαίωμα διέλευσης για
προτεινόμενα έργα αγωγών και ότι οι
Ηνωμένες Πολιτείες θα το επιτύχουν είτε
με ένα χαλί χρυσού είτε με ένα χαλί
βομβών. Η πρώτη ντιρεκτίβα της Διοίκησης
Bush όσον
αφορά την εθνική ασφάλεια, με την κωδική
ονομασία NSPD-9, καταρτίστηκε
ένα πλήρες σχέδιο μάχης για την εισβολή
στο Αφγανιστάν, συμπεριλαμβανομένων
των δυνάμεων διοίκησης και ελέγχου, των
αεροπορικών και των χερσαίων δυνάμεων
και του
εφοδιασμού,
και αφέθηκε στο
γραφείο του Προέδρου για
να υπογραφτεί
στις 4 Σεπτεμβρίου 2001, επτά ημέρες πριν
από τις επιθέσεις της
11ης Σεπτεμβρίου. Ως
γνωστόν, η εισβολή πραγματοποιήθηκε
τον Οκτώβριο του 2001.
Τα
περιστατικά που αναφέρθηκαν παραπάνω
αποτελούν μερικά μονάχα από τις
εκατοντάδες τέτοιων ενεργειών που έχουν
λάβει χώρα ανά τους αιώνες προκειμένου
να ενοχοποιηθούν πολιτικοί εχθροί για
επιθέσεις για τις οποίες διόλου γνώριζαν
και πολύ περισσότερο πραγματοποίησαν.
Η τακτική που ακολουθείται παραμένει
ίδια και απαράλλαχτη έως σήμερον και
θα συνεχίσει να αποτελεί όπλο στην
φαρέτρα των κυβερνήσεων ενόσω οι λαοί
θα ακολουθούν τυφλά τις διακηρύξεις
τους σχετικά με την προέλευση των
θεαματικών τρομοκρατικών περιστατικών.
Παραπομπές
για περισσότερες πληροφορίες:
https://cisac.fsi.stanford.edu/publications/the_lavon_affair_how_a_falseflag_operation_led_to_war_and_the_israeli_bomb/
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου