Τρίτη 7 Οκτωβρίου 2014

TAKTIKH KAI TEXNIKH ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗ ΤΗΣ ΑΥΤΟΑΜΥΝΑΣ

Η λέξη αυτοάμυνα υποδηλώνει την έννοια της άμυνας του εαυτού μας, δηλαδή τις ενέργειες που πρέπει να κάνουμε για να προστατέψουμε τον εαυτό μας, ή άλλους, από την επιθετικότητα, η οποία θέτει σε κίνδυνο την σωματική μας ακεραιότητα, ενός ή περισσοτέρων ατόμων. 

Σε τακτικό επίπεδο, η έννοια της αποφυγής πρέπει να είναι κυρίαρχη, σε κάθε σύστημα ένοπλης ή άοπλης αυτοάμυνας. Με τον όρο αποφυγή εννοούμε, πρώτον, τα προληπτικά μέτρα που πρέπει να παίρνουμε, ώστε να μειώνουμε τις πιθανότητες να γίνουμε στόχος επιθετικής ενέργειας και, δεύτερον, τις συγκεκριμένες ενέργειες που πρέπει να κάνουμε για να αποφύγουμε τον επερχόμενο κίνδυνο, όταν αυτός έχει πλέον αναγνωρισθεί.

Είναι αυτονόητο ότι η έγκαιρη αναγνώριση του κινδύνου προϋποθέτει ετοιμότητα, γνώση και ιεράρχηση των κινδύνων, που πιθανόν εγκυμονούνται στον χώρο που βρισκόμαστε, και δυνατότητα αναγνώρισης των σημαδιών εκείνων, που προμηνύουν την επερχόμενη επιθετική ενέργεια.

Η έννοια της αποφυγής γίνεται καλύτερα κατανοητή στην ένοπλη αυτοάμυνα με πυροβόλα όπλα, για αυτούς που νόμιμα οπλοφορούν, όπου η τυχόν υπέρβαση των ορίων αμύνης, κατά τη χρήση του πυροβόλου όπλου, μπορεί να έχει, αφ’ ενός, βαρύτατες νομικές συνέπειες στον αμυνόμενο και, αφ’ ετέρου, να επιφέρει τον θάνατο του επιτιθεμένου. 
Στην αυτοάμυνα, κατά τη γνώμη μου, πρώτη επιλογή πρέπει να είναι η αποφυγή (avoid) της αντιπαράθεσης, δεύτερη επιλογή η αποκλιμάκωση (de-escalate, defuse) της αντιπαράθεσης και μόνον τρίτη επιλογή η άμυνα (defend) από την επιθετική ενέργεια.

Τα πιο πολλά συστήματα αυτοάμυνας ακολουθούν μια τακτική προσέγγιση, της οποίας κύριο μέλημα είναι να αποφευχθεί η αντιπαράθεση και μόνον όταν αυτό δεν είναι δυνατόν καθίσταται αναγκαία η επιλογή της άμυνας. Αν λοιπόν θεωρήσουμε ότι η χρήση τεχνικών αυτοάμυνας πρέπει να είναι η τελευταία μας επιλογή, τότε πρέπει να αναρωτηθούμε σοβαρά αν αφιερώνουμε, τουλάχιστον, ισάξιο χρόνο στην εκπαίδευση στις άλλες επιλογές, εν σχέσει με τον χρόνο που αφιερώνουμε στην προπόνηση των καθ’ εαυτό τεχνικών αυτοάμυνας. Δυστυχώς, θα διαπιστώσουμε, αν είμαστε ειλικρινείς, ότι αφιερώνουμε δυσανάλογο χρόνο στην προπόνηση στις τεχνικές αυτοάμυνας και πολύ λίγο χρόνο στις τακτικές της αποφυγής, διαφυγής και αποκλιμάκωσης.

Πιστεύω ότι η σωστή εφαρμογή της αποφυγής και αποκλιμάκωσης, η οποία περιλαμβάνει και μέτρα που αποθαρρύνουν τον επιτιθέμενο να εκδηλώσει την επιθετική του ενέργεια, μπορεί να μας προστατεύσει πιο αποτελεσματικά από το 95% των κινδύνων που θα μπορούσαν να προκύψουν (αναφερόμεθα στον μέσο άνθρωπο που ζει σε μια ευνομούμενη κοινωνία).

Αν δούμε λοιπόν την αυτοάμυνα μέσα από αυτό το πρίσμα, δεν θα θεωρούμε πλέον ότι η αυτοάμυνα περιορίζεται μόνον στην εφαρμογή συγκεκριμένων τεχνικών για την αντιμετώπιση κάποιας επίθεσης.

Η έννοια της αποκλιμάκωσης περιλαμβάνει και την έννοια της αποθάρρυνσης του αντιπάλου, να πραγματοποιήσει την επιθετική του ενέργεια. Εάν σε έναν διαξιφισμό εκνευριστούμε και σε κάθε πρόκληση του αντιπάλου του δίνουμε μια μεγαλύτερη πρόκληση, τότε λέμε ότι κλιμακώνουμε την αντιπαράθεση.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα μιας κλιμάκωσης είναι η περίπτωση που κάποιος μας μιλάει άσχημα ενώ οδηγούμε, εμείς εκνευριζόμαστε και του απαντάμε πιο άσχημα, κλιμακώνοντας την αντιπαράθεση, και στο τέλος, η μόνη διέξοδος είναι να έρθουμε στα χέρια. Η αντίθετη τακτική είναι να δώσουμε τόπο στην οργή, να παραδεχτούμε το λάθος μας, αν έχουμε κάνει, και έτσι να αποκλιμακώσουμε την κατάσταση.

Για να μπορούμε όμως να φερθούμε έτσι, πρέπει να ελέγχουμε τα νεύρα μας για να είμαστε ήρεμοι και συγχρόνως να έχουμε την αυτοπεποίθηση, ότι αν αποτύχουμε στην προσπάθεια αποκλιμάκωσης, μπορούμε να αμυνθούμε. Η αυτοπεποίθηση αυτή νομίζω ότι επιδρά ενισχυτικά στην ηρεμία μας και κάνει την αποκλιμάκωση πιο εύκολη, διότι και ο αντίπαλος διαισθάνεται την ηρεμία μας, που τον αποθαρρύνει από το να επιτεθεί, διότι αναρωτιέται μήπως η ηρεμία είναι αποτέλεσμα κάποιας σιγουριάς την οποία δεν μπορεί να προσδιορίσει.
Η τακτική λοιπόν της αποκλιμάκωσης είναι ένας τρόπος να «διαχειριστούμε την κρίση» (crisis management), που στο συγκεκριμένο παράδειγμα ήταν ο εκνευρισμός και η πιθανή επιθετικότητα ενός οδηγού αυτοκινήτου. Στον καθημερινό τύπο διαβάζουμε πολλά παραδείγματα σοβαρών τραυματισμών αλλά και θανάτων, τα οποία ξεκίνησαν, όπως γράφει ο τύπος, «για ασήμαντη αφορμή».

Αν αναλύσουμε αυτά τα περιστατικά, θα δούμε ότι τις πιο πολλές φορές η κατάσταση βγήκε εκτός ελέγχου, από μια κλιμάκωση της μιας ή και των δυο πλευρών, με αποτέλεσμα τον σοβαρό τραυματισμό ή και τον θάνατο της μιας πλευράς και τις συνέπειες του νόμου για την άλλη.

Για να μπορούμε όμως να διαχειριστούμε τέτοιες κρίσεις με επιτυχία, πρέπει να βγάλουμε από το μυαλό μας ότι πρέπει να απαντάμε σε κάθε πρόκληση με μεγαλύτερη πρόκληση και ότι αν δεν το κάνουμε αυτό, δεν είμαστε άντρες. Το να «ρίχνουμε λαδί στη φωτιά» είναι εύκολο. Το να «διαχειριζόμαστε τις κρίσεις» που αντιμετωπίζουμε, με επιτυχία, είναι το δύσκολο.

Η έννοια της αποκλιμάκωσης περιλαμβάνει και την έννοια της αποθάρρυνσης του αντιπάλου να πραγματοποιήσει την επιθετική του ενέργεια. Αυτό μπορεί να επιτευχθεί όταν ο τρόπος που κινούμαστε, αυτό που λέμε η «γλώσσα του σώματος» (body language) αποπνέει μια αυτοπεποίθηση που αποθαρρύνει τον κακοποιό να μας επιλέξει σαν το επόμενο θύμα του.

Είναι χαρακτηριστικό ότι σε ορισμένες πόλεις που έχουν υψηλό δείκτη εγκληματικότητας, οι τουρίστες πέφτουν θύματα επιθέσεων σε πολύ μεγαλύτερο βαθμό από τους ντόπιους, διότι η όλη τους συμπεριφορά αποπνέει μια άγνοια του χώρου που κινούνται και τους κατατάσσει στην κατηγορία των «θηραμάτων», για τους επίδοξους κακοποιούς.
Είναι γεγονός ότι ο επίδοξος κακοποιός ψάχνει για θύματα και όχι για αντιπάλους, που θα μπορούσαν να δυσκολέψουν το έργο του, ή να τον βάλουν σε κίνδυνο.

Στη γυναικεία αυτοάμυνα, πιστεύω ότι γίνονται πιο εύκολα κατανοητές οι έννοιες της αποφυγής και αποκλιμάκωσης, διότι, συνήθως, το στοιχείο του εγωισμού και του φόβου μην χαρακτηρισθεί κάποιος δειλός, διότι απέφυγε μια αντιπαράθεση, δεν έχουν τόση σημασία και έτσι πρωταρχικό μέλημα των γυναικών είναι η προστασία της σωματικής τους ακεραιότητας.

Υπάρχουν πολλά παραδείγματα που γυναίκες χειρίσθηκαν σωστά επικίνδυνες καταστάσεις, με το να αποθαρρύνουν τον αντίπαλο να προχωρήσει στην επιθετική του ενέργεια, διότι κράτησαν την ψυχραιμία τους και συγχρόνως δεν έδωσαν την εντύπωση στον κακοποιό ότι ήσαν υποψήφια θύματα.
Τις προάλλες διάβασα στο internet ένα χαρακτηριστικό περιστατικό, το οποίο εξελίχθηκε ως εξής: Μια νεαρή γυναίκα περπατούσε το βράδυ στον δρόμο, όταν αντιλήφθηκε κάποιον να την πλησιάζει. Όταν ο άγνωστος την πλησίασε, την απείλησε ότι θα την κακοποιούσε σεξουαλικά. Εκείνη αμέσως πέρασε στην απέναντι πλευρά του δρόμου, ελπίζοντας ότι ο άνδρας θα ήταν αρκετά μεθυσμένος για να την ακολουθήσει. Δυστυχώς ο άνδρας την ακολούθησε και στην απέναντι πλευρά του δρόμου και συνέχισε να την απειλει. Όταν η γυναίκα κατάλαβε ότι ο άγνωστος δεν θα έφευγε, γύρισε προς το μέρος του και με σθεναρό και επιτακτικό τόνο του φώναξε (πρόσταξε) να φύγει αμέσως. Εκείνος δεν έφυγε αμέσως και η γυναίκα χρειάστηκε να φωνάξει ακόμη μια φορά, για να φύγει ο άνδρας που την απειλούσε.
taxtiki_kai_texniki_proseggisi.jpg


Η γυναίκα παρέμεινε ασφαλής διότι κράτησε την ψυχραιμία της και ενήργησε σωστά. Όταν αντιλήφθηκε τον κίνδυνο, κατ’ αρχάς προσπάθησε να τον αποφύγει, με το να περάσει στην απέναντι πλευρά του δρόμου. Βλέποντας, όμως, ότι η προσπάθεια αυτή απέτυχε, δεν έχασε την ψυχραιμία της, αλλά γύρισε προς τον άνδρα και με τον τρόπο της τον αποθάρρυνε να πραγματοποιήσει την απειλή του. Ο άνδρας δεν πραγματοποίησε την απειλή του, διότι κατάλαβε ότι η συγκεκριμένη γυναίκα δεν θα ήταν εύκολο θύμα και δεν θα υπέκυπτε χωρίς αντίσταση στα σχέδιά του.

Είναι φυσικό ότι, όταν οι τακτικές της αποφυγής και της αποκλιμάκωσης εξαντληθούν, δεν έχουμε άλλη επιλογή από το να αμυνθούμε. Αν στην προσπάθεια αποφυγής της αντιπαράθεσης είμαστε σε στάδιο ετοιμότητας που εκφράζεται ως κατάσταση κωδικού χρώματος (colour code) κίτρινου και στην προσπάθεια αποκλιμάκωσης ή αποθάρρυνσης σε κατάσταση κωδικού χρώματος πορτοκαλί, σίγουρα στη φάση που πρέπει να αμυνθούμε, είμαστε σε κατάσταση κωδικού χρώματος κόκκινου. («Μονοπάτι» τεύχος 1, σελίδα 15).

Όταν o οργανισμός μας ετοιμάζεται να αντιδράσει στον κίνδυνο, η καρδιά μας χτυπάει γρηγορότερα, αυξάνοντας το αίμα στον εγκέφαλο και στις κύριες ομάδες μυών του σώματος, που σχετίζονται με τη δύναμη και την ταχύτητα, η πίεση του αίματος αυξάνει και ορμόνες του στρες παράγονται από τον οργανισμό μας. Η κατάσταση αυτή στην οποία εισέρχεται ο οργανισμός μας όταν προετοιμάζεται για τον επερχόμενο κίνδυνο, είναι γνωστή και σαν η αντίδραση της μάχης ή φυγής (fight or flight response).

Τα θετικά στοιχεία αυτής της κατάστασης είναι ότι γινόμαστε πιο δυνατοί, πιο γρήγοροι και πιο ικανοί σωματικά να επιβιώσουμε. Τα αρνητικά στοιχεία είναι ότι η δυνατότητα να πάρουμε αποφάσεις μειώνεται πολύ, οι συναισθηματικές μας αντιδράσεις μεγαλώνουν και μας είναι δύσκολο να εκτελέσουμε ορισμένες κινήσεις.
Όταν επικρατούν οι συνθήκες κινδύνου, γυρνάμε στην εξαρτημένη μας αντίδραση(conditioned response), που είναι οι επιδεξιότητες που έχουμε ήδη προπονήσει, καθώς και στη νοητική προετοιμασία (mental preparation), που είναι οι σημαντικές αποφάσεις που έχουμε από πριν σκεφτεί και προετοιμασθεί για αυτές.

Αν δεν έχουμε προετοιμαστεί κατάλληλα στις δυο αυτές συνθήκες, τότε, σε περιστατικά υψηλού στρες θα αντιδράσουμε τυχαία, με ό,τι δυσάρεστο επακόλουθο μπορεί να έχει αυτό.

Λαμβάνοντες λοιπόν υπ’ όψιν τις συνθήκες υψηλού στρες που επικρατούν σε μια αντιπαράθεση, είναι απαραίτητο οι τεχνικές που εξασκούμε να έχουν επαναληφθεί πολλές φορές, ώστε να μας γίνουν ένα «εξαρτημένο ανακλαστικό», το οποίο θα τεθεί σε εφαρμογή αυτόματα.

Πολλοί πιστεύουν ότι, όσο η προπόνηση πλησιάζει τις πραγματικές συνθήκες στρες, τόσο πιο αποτελεσματικά θα αποθηκεύσει ο εγκέφαλος την πληροφορία, για να τη χρησιμοποιήσει αποτελεσματικά σαν «εξαρτημένο ανακλαστικό», σε παρόμοιες συνθήκες. Το είδος αυτό της προπόνησης, λέγεται «μάθηση εξαρτωμένη από τις συνθήκες» (state-dependent learning).

Όσον αφορά αυτές καθαυτές τις τεχνικές, θα πρέπει να λαμβάνουμε κατ’ αρχάς υπ’ όψιν τα όρια της άμυνας. Δηλαδή να μην υπερβαίνουμε τα όρια της άμυνας που μας επιτρέπει ο νόμος.

Τα άρθρα 22 και 23 του ποινικού κώδικα, αναφέρουν τα εξής:

Αρθ. 22 - Άμυνα. 
1. Δεν είναι άδικη η πράξη που τελείται σε περίπτωση άμυνας.

2. Άμυνα είναι η αναγκαία προσβολή του επιτιθεμένου, στην οποία προβαίνει το άτομο, για να υπερασπισθεί τον εαυτό του ή άλλον από άδικη και παρούσα επίθεση, που στρέφεται εναντίον τους.

3.Το αναγκαίο μέτρο της άμυνας κρίνεται από τον βαθμό επικινδυνότητας της επίθεσης, από το είδος της βλάβης που απειλούσε, από τον τρόπο και την ένταση της επίθεσης και από τις λοιπές περιστάσεις.

Αρθ. 23 - Υπέρβαση της άμυνας. 
Όποιος υπερβαίνει τα όρια της άμυνας, τιμωρείται, αν η υπέρβαση έγινε με πρόθεση, με ποινή ελαττωμένη (άρθρο 83), και αν έγινε από αμέλεια, σύμφωνα με τις διατάξεις τις σχετικές με αυτήν. Μένει ατιμώρητος και δεν του καταλογίζεται η υπέρβαση, αν ενήργησε με αυτόν τον τρόπο εξαιτίας του φόβου ή της ταραχής που του προκάλεσε η επίθεση.

Σε γενικές γραμμές, λοιπόν, η άμυνα κρίνεται από τον βαθμό επικινδυνότητας της επίθεσης και από το είδος της βλάβης που απειλούσε η επίθεση.

Αν, δηλαδή, κάποιος μας έπιασε τον καρπό και εμείς σε άμυνα του ρίξουμε μια γροθιά και του σπάσουμε το σαγόνι, τότε σίγουρα υπερβαίνουμε τα όρια της άμυνας. Επίσης, θα κριθούμε πιο αυστηρά από το δικαστήριο, διότι θα είναι δύσκολο να αποδείξει κάποιος που προπονείται στις πολεμικές τέχνες ή την αυτοάμυνα, ότι ενήργησε από αμέλεια ή φόβο στη συγκεκριμένη επίθεση, που δεν ήταν επικίνδυνη και η βλάβη που απειλούνταν θα ήταν δύσκολο να χαρακτηρισθεί.

Με το ίδιο σκεπτικό, αν ένας επαγγελματίας φρουρός ασφαλείας, θέλοντας να βγάλει από κάποιο κέντρο έναν μεθυσμένο τον σπάσει στο ξύλο, όχι μόνον υπερβαίνει τα όρια της άμυνας αλλά και κάνει κακή εντύπωση στους θαμώνες. Ενώ θα μπορούσε να τον βγάλει έξω με καλό τρόπο, ή εν ανάγκη με κάποια “λαβή ελέγχου” (pain compliance technique), χωρίς να δημιουργήσει επεισόδιο.

Σε συνθήκες, βέβαια, που κινδυνεύει πραγματικά η ζωή μας, τα όρια της άμυνας είναι πολύ μεγαλύτερα και θα πρέπει να πάρουμε όλα τα απαραίτητα μέτρα, ώστε να προστατεύσουμε τη ζωή μας.

Όπως ανέφερα πιο πάνω, σε συνθήκες υψηλού στρες μας είναι δύσκολο να κάνουμε ορισμένες κινήσεις, γεγονός που μας αναγκάζει να προπονούμεθα όσο το δυνατόν σε απλές και όχι πολύπλοκες τεχνικές. Συγχρόνως, θα πρέπει να λαμβάνουμε υπ’ όψιν ότι, όσο περισσότερες εναλλακτικές λύσεις έχουμε για να αντιμετωπίσουμε μια επίθεση, τόσο σε συνθήκες υψηλού στρες αυξάνεται ο χρόνος αντίδρασης, διότι δεν ξέρουμε ποια από όλες να διαλέξουμε (Hick’s Law).

Τελειώνοντας, θα ήθελα να πω, ότι κατά τη γνώμη μου, η αυτοάμυνα δεν κρίνεται από την ικανότητα να επιφέρουμε βλάβη στον αντίπαλο, αλλά από την ικανότητα να προστατέψουμε τον εαυτό μας.

Του Μιχαήλ Δ. Πετρόπουλου

Αναδημοσίευση από το 18ο τεύχος του περιοδικού «Μονοπάτι του Πολεμιστή»

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου